- ὄγκοις
- ὄγκος 1barbmasc dat plὄγκος 2bulkmasc dat pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ὄγκοις — Ὄγκος masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περισσοδάκτυλος — η, ο και περιττοδάκτυλος, η, ο / περισσοδάκτυλος, ον, ΝΜΑ, και αττ. τ. περιττοδάκτυλος, ον Α αυτός που έχει περισσότερα από τον κανονικό αριθμό δάκτυλα τού χεριού ή τού ποδιού («τοῑς ὄγκοις μεγάλαι καὶ περιττοδάκτυλοι», Γεωπ.) νεοελλ. (το ουδ.… … Dictionary of Greek